Σκέψεις πάνω σε μία ομιλία

Αφορμή για το παρόν είναι το παρακάτω βιντεάκι, το οποίο κάθισα και είδα μόνο και μόνο διότι μου το πρότειναν ως κάποια ομιλία που θα μπορούσα να την κάνω και εγώ ή με άλλα λόγια ότι θα μπορούσα να είμαι αυτός ο τύπος!

Ο εν λόγω, να σας κάνω μια εισαγωγή, είναι υπέρ του ορθολογισμού και κάνει μία ομιλία με τίτλο: “Γιατί οι έξυπνοι άνθρωποι πιστεύουν ανοησίες;”. Τη χωρίζει σε τρία μέρη:

  1. Η προκατάληψη της επιβεβαίωσης
  2. Η κοινωνική συμμόρφωση
  3. Ο φόβος του αγνώστου

και προσπαθεί και με τα μαθηματικά (ειδικά στο πρώτο μέρος), με ωραίο τρόπο είναι η αλήθεια, να μας “αφυπνίσει” όσον αφορά πράγματα τα οποία θεωρεί ότι δεν είναι ορθολογικά όπως τα ζώδια, η θρησκεία, τα μέντιουμ, ακόμα και τα εξώφυλλα των ταμπλόιντ! Τέλος πάντων κάντε ένα κόπο να δαπανήσετε ένα 20λεπτο να το δείτε:

Εγώ τώρα τι πρόβλημα έχω με τον τύπο;

Κανένα!

Απλά θέλω να βάλω έναν ακόμα παράγοντα στην εξίσωση, αυτόν που λατρεύω, τον μετα-μαθηματικό παράγοντα. Διότι καλή και η στατιστική αλλά και αυτή έχει τη φιλοσοφία και τα όριά της. Μία γέννα με πιθανότητα 1 στις 256 για παράδειγμα για μένα θα χωρούσε σε μία μικρή είδηση γιατί όπως και να το κάνεις δεν είναι και 50-50 η κατάσταση, έχει λίγο ψωμάκι. Επιπλέον, αν θεωρείς ότι επειδή όλα είναι πιθανότητες και στατιστική πρέπει να τα γειώνουμε, μην εκπλήσσεσαι μετά αν σε αντιμετωπίσουν έτσι και στη ζωή σου σε κάτι που θα σου τύχει, όπως π.χ. ένα παιδί-θαύμα με απίστευτες δυνατότητες στη μουσική. Θα σου πει και κάποιος “Εντάξει ρε φίλε, πιθανότητες είναι, ξέρεις πόσα παιδιά γεννιούνται καθημερινά με εξαιρετικά ταλέντα ανά τον κόσμο;”

Όταν είσαι κυνικός, κυνισμό θα φας, είναι αναπόφευκτο.

Για να πω όμως και αυτό που θέλω, κάθε τύπου μαθηματικό έχει και το όριό του, το όριο που με ιντριγκάρει γιατί τελικά είναι αυτό που δείχνει το ποιόν της κάθε θεωρίας, κατά τη γνώμη μου.

Και το όριο της στατιστικής και των πιθανοτήτων είναι αυτό που έχει μπει από την μήτρα τους, τη συνολοθεωρία και είναι το “τ” (tau). Τα όσα ακολουθούν είναι ένα συνοθύλευμα από παλιά μαθηματική γνώση λίγο ψάξιμο και στο ίντερνετ και πολύ φαντασία και πάνε ως εξής:

Μέσα στις πιθανότητες και τη στατιστική ελοχεύει πάντα ο τυχαίος παράγοντας. Αυτός είναι που καθορίζει όλη τη θεωρία και που είναι στην τελική το ενδιαφέρον κομμάτι. Για κάποιο λόγο στην εικόνα πάντα μπαίνουν για μένα και οι στοχαστικές ανελίξεις (τι γαμάτη λέξη btw!) οι οποίες είναι η αποθέωση της τυχαιότητας. Αυτό που με ξάφνιασε, είναι, ότι ενώ ήξερα το “τ” σαν το υπερσύνολο όλων των συνόλων, μια αφηρημένη και αμφιλεγόμενη έννοια στη συνολοθεωρία, διαπιστώνω ότι αποτελεί και το stop για οποιαδήποτε στοχαστική ανέλιξη, δηλαδή το σημείο για το οποίο το σύστημα σταματάει και παίρνει μία απόφαση!

Δεν υπάρχει λοιπόν σε ένα τυχαίο σύστημα κάτι μέσα του που μπορεί να το σταματήσει, πέρα από αυτή τη μεταβλητή που έρχεται, σαν deus ex machina, και βάζει μία τελεία. Μία τελεία που τη χρειαζόταν και η συνολοθεωρία, μία τελεία που τη χρειάζεται και ο ανθρώπινος εγκέφαλος στην τελική.

Η μεταβλητή η οποία καθορίζει την τελική αυτή απόφαση μπορεί εν τέλει να είναι διαφορετική και για κάθε άνθρωπο, αυτό που λέμε λαϊκά “μέχρι εκεί φτάνει το μυαλό του”, ειδικά όταν τα βρίσκει “σκούρα”. Τι εννοώ;

Κάθε νους έχει και τις δυνατότητές του και φτάνει σε σκέψη μέχρι ενός σημείου. Ό,τι δεν καταλαβαίνει από ένα σημείο και μετά μπορεί να το ερμηνεύει κατά το δοκούν με το θεό, τις θεωρίες των ζωδίων, τη στατιστική και τις πιθανότητες κτλ. Έτσι και ο ορθολογισμός για τον κύριο παραπάνω έχει κάτι από μία “θεϊκή” ιδιότητα, με την έννοια ότι εκεί έχει βάλει το stop για τις αποφάσεις που παίρνει και νοηματοδοτούν τη ζωή του. Άρα το να κοροϊδεύει κανείς τους “άλλους” ότι είναι παράλογοι ενώ απλά έχουν βάλει το stop διαφορετικά από αυτόν είναι λίγο υποκριτικό.

Αν το δούμε με επίπεδα, μπορεί να πει κανείς ότι το ορθολογικό επίπεδο είναι πιο πάνω από το επίπεδο των ζωδίων και μπορώ να πω ότι με βρίσκει σύμφωνο κατά μία έννοια. Αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ανεξαρτήτως πως έχει εξελιχθεί κάθε άνθρωπος ώστε να πιστεύει αυτά που πιστεύει έχει το δικαίωμα να “άγεται και να φέρεται” από θεωρίες που τον βολεύουν και όχι από θεωρίες που προσπαθεί κάποιος να του βάλει στο λαιμό. Δεν μπορείς να εκβιάσεις τον ορθολογισμό άλλο τόσο όσο δεν μπορείς να εκβιάσεις και κάποιον να πιστέψεις στο θεό ενώ είναι άθεος.

Οπότε τι κάνουμε; Όλα είναι προδιαγεγραμμένα και δεν αξίζει να παλεύουμε για τίποτα ή είμαστε κύριοι της μοίρας μας και παλεύουμε μία ζωή να αλλάξουμε τον εαυτό μας και τους άλλους (που ως γνωστόν είναι η κόλασή – μας);

Ίσως η χρυσή τομή να είναι για καθένα διαφορετική και αρκεί να αναγνωρίσουμε στον εαυτό μας πρώτα προτερήματα και ελαττώματα για να μπορούμε να έχουμε στη συνέχεια αντίκτυπο και στους άλλους. Προσωπικά έχω καταλάβει ότι ο καλύτερος τρόπος να αλλάξουμε είναι δια του παραδείγματος τους άλλους και της αυτογνωσίας τον εαυτό μας. Αλλά και στις δύο περιπτώσεις απαιτείται πολύ προσωπική, σκληρή δουλειά, την οποία οι περισσότεροι δυσκολεύονται ή απλά δεν ξέρουν πώς να την κάνουν. Γι’ αυτό ίσως και παλεύουμε περισσότερο με την εικόνα και το εφήμερο και δεν βλέπουμε σε βάθος, γι’ αυτό ίσως, όπως θεωρώ, πηγαίνουμε γενικά κατά διαόλου μεριά…

Αλλά όπως έλεγε και ο μέγιστος Bill Hicks μπορεί να πάμε στην Κόλαση αλλά τουλάχιστον θα γλιτώσουμε τα Αλληλούια και θα ακούμε ωραία μουσικούλα, οπότε τα πράγματα μπορεί να είναι καλύτερα για όλους τελικά…

Απάντηση